Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2013

Κομαντάντε Μάρκος: ''Τα περί Δεξιάς ή Αριστεράς είναι, απλώς, οδηγίες για τον σοφέρ που παρκάρει το αμάξι.''



 «Εμείς και αυτοί/οι (παρα)λογισμοί των από πάνω»

Γενάρης 2013.

Μιλούν οι από πάνω:

Εμείς είμαστε αυτοί που κάνουν κουμάντο. Είμαστε ισχυρότεροι, παρόλο που είμαστε λιγότεροι. Δεν μας νοιάζει τι λες – ακούς – σκέφτεσαι – κάνεις, αρκεί να μη μιλάς, να μην ακούς, να μην κινείσαι.

Μπορούμε να επιβάλουμε στην κυβέρνηση ανθρώπους μέσης ευφυΐας (αν και είναι πλέον δύσκολο να τους βρεις στις τάξεις των πολιτικών), όμως επιλέγουμε κάποιους που δεν είναι καν σε θέση να προσποιηθούν ότι ξέρουν τι τους γίνεται.

Γιατί; Γιατί μπορούμε.

Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τους αστυνομικούς και στρατιωτικούς μηχανισμούς για να συλλαμβάνουμε και να φυλακίζουμε αληθινούς εγκληματίες, μόνο που αυτοί οι εγκληματίες αποτελούν ζωτικό μας κομμάτι. Αντίθετα, επιλέγουμε να κυνηγάμε, να χτυπάμε, να συλλαμβάνουμε, να βασανίζουμε, να φυλακίζουμε και να δολοφονούμε εσένα.

Γιατί; Γιατί μπορούμε.

Αθώος ή ένοχος; Τι σημασία έχει; Η δικαιοσύνη είναι μια από τις πολλές πουτάνες στην ατζέντα μας και, πίστεψέ μας, δεν είναι η πιο ακριβή.

Και ακόμα κι αν προσαρμόζεσαι απόλυτα στο καλούπι που σου επιβάλλουμε, ακόμα κι αν δεν κάνεις τίποτα, κι αν είσαι αθώος, θα σε συντρίψουμε.

Και αν επιμένεις να μας ρωτάς γιατί το κάνουμε, νά η απάντηση: Γιατί μπορούμε. [...]

Δεν έχει σημασία ποιος βγαίνει μπροστά. Τα περί Δεξιάς ή Αριστεράς είναι, απλώς, οδηγίες για τον σοφέρ που παρκάρει το αμάξι. Η μηχανή λειτουργεί από μόνη της. Δεν χρειάζεται να δώσουμε καν εντολή για να τιμωρηθούν οι απερίσκεπτοι που ίσως μας πάνε κόντρα. Μεγάλες, μεσαίες και μικρές κυβερνήσεις όλου του πολιτικού φάσματος, παρέα με διανοούμενους, καλλιτέχνες, δημοσιογράφους, πολιτικούς και θρησκευτικούς ηγέτες ερίζουν για το ποιος θα έχει το προνόμιο να μας ικανοποιήσει.

Οπότε, άντε πηδήξου, χάσου, σάπισε, ψόφα, απογοητεύσου, παραδώσου.

Για τους άλλους δεν υπάρχεις, δεν είσαι τίποτα.

Ναι, έχουμε σπείρει μίσος, κυνισμό, πικρία, απελπισία, τον θεωρητικό και πρακτικό «ωχαδερφισμό», τον κονφορμισμό του «μη χείρον βέλτιστον», τον φόβο που έγινε παραίτηση.

Κι όμως, φοβόμαστε μήπως όλο αυτό πάρει τη μορφή οργανωμένης, ανατρεπτικής οργής, που δεν εξαγοράζεται.

Γιατί το χάος που επιβάλλουμε το ελέγχουμε, το διευθετούμε, το δίνουμε σε δόσεις, το τροφοδοτούμε.

Αλλά, το χάος που έρχεται από τους από κάτω…

Α, αυτοί… ούτε που καταλαβαίνουμε τι λένε, ποιοι είναι, πόσο κοστίζουν.

Κι ύστερα, είναι τόσο αυθάδεις ώστε να μη θέλουν πια να ζητιανεύουν, να περιμένουν, να ζητούν, να ικετεύουν, αλλά να ασκήσουν την ελευθερία τους. Πού ξανακούστηκε τέτοια ξεδιαντροπιά!

Αυτός είναι ο αληθινός κίνδυνος. Άνθρωποι που κοιτάζουν στην άλλη πλευρά, που βγαίνουν από το καλούπι, το σπάνε ή το αγνοούν.

Ξέρεις τι μας έχει ωφελήσει πολύ; Αυτός ο μύθος της ενότητας πάση θυσία. Να τα βρίσκεις μόνο με τον αρχηγό, τον διευθυντή, τον ηγέτη ή όπως κι αν τον λένε. Είναι πιο εύκολο να ελέγχουμε, να διευθύνουμε, να συγκρατούμε έναν παρά πολλούς. Και μάλιστα, φτηνότερο. Ατομικές επαναστάσεις κι άλλα τέτοια. Είναι άχρηστα σε συγκινητικό βαθμό.

Αντίθετα, αυτό που αποτελεί κίνδυνο, πραγματικό χάος, είναι όταν ο καθένας γίνεται συλλογικότητα, ομάδα, μπάντα, φυλή, οργάνωση και μαθαίνει να λέει «όχι» και «ναι» και όλοι αυτοί συμφωνούν μεταξύ τους. Γιατί το «όχι» στοχεύει σε εμάς που κάνουμε κουμάντο. Όσο για το «ναι»… αυτό κι αν είναι συμφορά, φαντάσου ο καθένας να χτίζει τη δική του μοίρα και να αποφασίζει τι θα γίνει και τι θα κάνει. Είναι σαν να υπονοείς ότι οι αμελητέοι είμαστε εμείς, αυτοί που περισσεύουν, οι άχρηστοι, αυτοί που πρέπει να μπουν φυλακή, να εξαφανιστούν.

Ναι, σκέτος εφιάλτης. Για εμάς, αυτή τη φορά. Φαντάζεσαι πόσο κακόγουστος θα γινόταν αυτός ο κόσμος; Γεμάτος Ινδιάνους, μαύρους, καφέ, κίτρινους,κόκκινους, ράστα, τατουάζ, πίρσινγκ, ξυρισμένα κεφάλια, πανκ, γκοθ, μιγάδες, σκέιτερ, τη σημαία με το «Α» χωρίς πατρίδα, νέους, γυναίκες, πουτάνες, κορίτσια, ηλικιωμένους, οδηγούς, αγρότες, εργάτες, προλετάριους, φτωχούς, ανώνυμους και… άλλους. Δίχως πριβέ χώρους για εμάς, τους «beautiful people», τους «ωραίους ανθρώπους» για να καταλαβαινόμαστε… γιατί φαίνεται από χιλιόμετρα ότι δεν σπούδασες στο Χάρβαρντ.

Ναι, η μέρα εκείνη θα ήταν για εμάς σαν νύχτα… Τα πάντα θα τινάζονταν στον αέρα. Τι θα κάναμε;

Μμμμ… αυτό δεν το έχουμε σκεφτεί. Σκεφτόμαστε, σχεδιάζουμε και εκτελούμε για να αποτρέψουμε κάτι τέτοιο, αλλά… δεν μας έχει περάσει από το μυαλό.

Ναι, δεν υπάρχει αμφιβολία: είναι εποχές κρίσης. [...]

Όχι, φυσικά και δεν σε φοβόμαστε. Όσο για αυτή την προφητεία… Μπα, σκέτες προλήψεις, χωριάτικες…

Τι;… Δεν είναι προφητεία;

Α, είναι υπόσχεση…

«ΜΑΡΙΤΣΙΒΕΟΥ»* («Εκατό φορές θα νικήσουμε»)

(συνεχίζεται…)

Από οποιαδήποτε γωνιά, οποιουδήποτε κόσμου.

Υποδιοικητής Μάρκος
Πλανήτης Γη
Γενάρης 2013

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2013

Μερικές σκόρπιες σκέψεις σχετικά με τα Μουσικά σχολεία και την διδασκαλία παραδοσιακής και λαϊκής μουσικής.



Η φετινή σχολική χρονιά επιφύλασσε πολλές εκπλήξεις στους μαθητές, γονείς αλλά και στους καθηγητές των μουσικών σχολείων. Η χρονιά άρχισε με προβλήματα στην μεταφορά και την σίτιση των μαθητών και συνεχίστηκε με την μη πρόσληψη καθηγητών μουσικής. Το αποτέλεσμα ήταν πολλοί μαθητές να προβληματίζονται και να σταματούν την φοίτηση τους στα συγκεκριμένα σχολεία αφού δεν έχουν μέσο μετάβασης (τα μουσικά σχολεία είναι σχολεία νομού και όχι γειτονιάς) και εν τέλει δεν διδάσκονται μουσική αλλά κενά αφού οι λιγοστοί μόνιμοι καθηγητές μουσικής δεν φτάνουν σε καμία περίπτωση και ειδικεύονται σε περιορισμένα όργανα ευρωπαϊκής μουσικής και μόνο (με εξαίρεση την ιδιαίτερη και παράξενη περίπτωση του ταμπουρά). Η απαξίωση των μουσικών σχολείων είναι μια παλιά ιστορία που αρχίζει από το υπουργείο παιδείας, την καλλιτεχνική επιτροπή που ορίζει τον τρόπο και την οργάνωση αυτών των σχολείων, αλλά και τέλος από τους ίδιους του καθηγητές. Το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι αλλά στην συγκεκριμένη περίπτωση όλοι έχουν μερίδιο ευθύνης ανεξαιρέτως θέσης και ευθύνης. Δεν μπορώ να καταλάβω τις παγωμένες αντιδράσεις γονιών, μαθητών και καθηγητών όταν ακούνε πλέον χωρίς ταμπού τον υπουργό να δηλώνει ότι τα μουσικά σχολεία είναι η τελευταία του προτεραιότητα και να προτρέπει τους γονείς να γράψουν τα παιδιά τους στα ωδεία. Κάπου αλλού ο υπουργός θα είχε πάει σπίτι του αλλά στην Μπανανία ακόμα έχει άποψη και διαχειρίζεται την δημόσια εκπαίδευση.
Ένα άλλο σημείο που θα έπρεπε να υπογραμμιστεί και να προσεχθεί ιδιαίτερα είναι αυτό της σχεδόν μηδενικής πρόσληψης καθηγητών παραδοσιακής και λαϊκής μουσικής. Στη μία και μοναδική κλήση καθηγητών μουσικών οργάνων που έγινε τον Οκτώβριο κλήθηκαν γύρω στους 200 καθηγητές όπου στο σύνολό τους (εκτός από 2-3 που δίδασκαν ταμπουρά) δίδασκαν πιάνο, κλασική κιθάρα και κλασικό βιολί. Μέχρι πριν λίγο τα μουσικά σχολεία δεν είχαν καθόλου καθηγητές παραδοσιακών και λαϊκών οργάνων, ενώ η πολυπόθητη κλήση παραδοσιακών και λαϊκών οργάνων που ήρθε μέρες πριν δεν συνοδεύτηκε με ανακούφιση αφού οι ώρες διδασκαλίας ανά βδομάδα δύσκολα ξεπερνούσε τις 4 ενώ υπάρχουν και κλήσεις καθηγητών ακόμα και για 1 ώρα! Μήπως η παραδοσιακή και λαϊκή μουσική επειδή δεν μπορεί εύκολα να μπει σε τεχνοκρατικό καλούπι παραξενεύει και φοβίζει τους ευρωπαίους εξουσιαστές που δεν καταλαβαίνουν το λόγο ύπαρξης της στα σχολεία; Γι αυτό το λόγο πιστεύω ότι δεν είναι τυχαίο το γεγονός της μη κλήσης καθηγητών παραδοσιακών και λαϊκών οργάνων. Ιστορικά ο ελλαδικός χώρος έχει αντιμετωπίσει ξανά το ερώτημα της ανατολής ή της δύσης στο χώρο της μουσικής που ήταν αποτέλεσμα ευρύτερων πολιτικών χειρισμών που μοιάζουν με τους σημερινούς και στόχευαν όπως και σήμερα στο ‘’ευρωπαϊκό νοικοκύρεμα’’ καθώς και στην χειραφέτηση.
Μέτα από όλα αυτά θα περίμενε κανείς τα μουσικά σχολεία να βρίσκονται σε αναβρασμό αλλά κάτι τέτοιο δεν γίνεται, αντικατοπτρίζοντας έτσι την παγωμάρα της κοινωνίας.