Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

Η πολιτιστική πρωτεύουσα ισοπεδώνει.

Ο θαλαμοειδής τάφος
"Οι καλύτερες εξοχές στην Καλαμάτα, εκτός των ωραίων περιβολιών της ήσαν τα γύρωθεν αυτής υψώματα, εκ των οποίων καλύτερα υπήρξαν η τοποθεσία Τούρλες βορειοανατολικά της πόλεως και προς το υψηλώτερον μέρος αυτής. Αποτελείται δε από πολλούς λοφίσκους ατάκτους από τους οποίους οι Τούρκοι βομβαρδίσαντες το φρούριον της Καλαμάτας το εκυρίευσαν παρά των Ενετών. Εις τις Τούρλες ευρίσκονται θαλάσσια όστρακα, πράγμα το οποίον αποδεικνύει, ότι εκεί υπήρξε ποτέ θάλασσα, κατόπιν γεωλογικού τινός συμβάντος. Κατά άλλην παράδοσιν, τούτο αποδίδεται εις τον κατακλυσμόν. Πάντως η τοποθεσία αυτή διαφέρει γεωλογικώς της άλλης και συνεπώς πρέπει να έχη ιστορίαν. Ολόκληρον δε το συγκρότημα αυτό διέσχιζον χείμαρροι και χαράδρες, μια δε εξ αυτών, η μεγαλυτέρα κειμένη πλησίον της πόλεως, έχει και μικρόν καταρράκτην και νερά και βρύσες (Καλαμίτσι). Εις τους λοφίσκους αυτούς υπήρχον μερικά σπήλαια, εις ένα δε αρκετά μεγάλο ήτο η σπηλιά του Μουρλογιάννη όπου εκατώκει. Ο Μουρλογιάννης εχρημάτισεν υπηρέτης εις μίαν αρχοντικήν οικογένειαν της Καλαμάτας.
Από τα υψώματα αυτά βλέπει κανείς ολόκληρον την Μεσσηνίαν μετά του κόλπου αυτής. 

Ορ. Χρυσοσπάθη "Ιστορία της παλιάς Καλαμάτας" (1936).

Το παραπάνω απόσπασμα περιγράφει ένα τόπο όπου σήμερα σχεδόν έχει ισοπεδωθεί, καθώς από εκεί περνάει ο περιμετρικός δρόμος της Καλαμάτας. Συγκεκριμένα η σπηλιά όπου περιγράφει ο φαρμακοποιός Χρυσοσπάθης το 1936 δεν υπάρχει πια καθώς ισοπεδώθηκε από τα συνεργεία του Μπόμπολα. 
Θα μου πείτε και τι έγινε για μια σπηλιά; Η συγκεκριμένη σπηλιά ήταν μυκηναικός θαλαμοειδής τάφος της Υστεροελλαδικής ΙΙΙ περιοδου. Στα μέσα του 50' στην περιοχή έκανε έρευνες ο αρχαιολόγος Simpson όπου τον συγκεκριμένο τάφο τον είχε χρονολογήσει με βάση την ευρεθείσα κεραμική. Ο θαλαμοειδής τάφος ήταν μάρτυρας της μυκηναϊκής κατοίκησης  πέριξ του κάστρου της Καλαμάτας της Ομηρικής πόλης των Φαρών. Παρόλα αυτά ο θαλαμοειδής τάφος ισοπεδώθηκε για τις ανάγκες του τσιμέντου, ισοπεδώνοντας και ένα κομμάτι της ιστορίας της πόλης. Κάπως έτσι λίγο παρακάτω θάφτηκε ένα πανέμορφο υδραγωγείο για τις ανάγκες του ίδιου δρόμου και καταστράφηκε τμήμα αρχαιότατου πήλινου αγωγού. Όλα αυτά και άλλα πολλά θα μπορούσαν να ενταχθούν σε ένα αρχαιολογικό δίκτυο εκπαιδευτικού περιεχομένου για την μακραίωνη ιστορία της περιοχής μέσα στους αιώνες. Αλλά αντί αυτού, τσιμέντο και μπουλντόζες. Όλα αυτά στην περιοχή Τούρλες και για ένα δρόμο που ειδικότερα από τον Νέδοντα και πέρα  είναι αμφίβολη η χρησιμότητα του. Αλλά μάλλον είναι πολλά τα λεφτά!Η ιστορία της πόλης που δυστυχώς διασταυρώθηκε και ισοπεδώθηκε από την "ανάπτυξη".  Κατά τ' άλλα η πόλη θέλει και το τίτλο της πολιτιστικής πρωτεύουσας το 2021 και λικνίζεται σε ζωντανή μετάδοση της Ρούλας Κορομηλάς χορεύοντας Bachata. Στα τσακίδια η σκουπιδοκουλτούρα του τσιμέντου και του φαίνεσθαι.

Τετάρτη 27 Απριλίου 2016

Οι Αρμένιοι στα συντρίμμια της Ιστορίας: 100 χρόνια από τη μαζική εξόντωσή τους (μέρος B΄)

Το πρώτο μέρος βρίσκεται εδώ και εδώ

Διαβάζοντας κάποιος σε προηγούμενο φύλλο της «Διαδρομής Ελευθερίας» το πρώτο μέρος του άρθρου για την σφαγή των Αρμενίων (φύλλο Απριλίου 2015), μπορεί εύκολα να διαπιστώσει τι μπορεί να σημαίνει να βιώνει κάποιος την προσφυγιά σε έναν τόπο που τον θεωρεί «σπίτι» του. Άραγε, υπάρχει προσφυγιά εν οίκω; Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει λέξη που να προσδιορίζει την «κατάσταση προσφυγιάς» που βιώνεται, από ένα άτομο ή μια ομάδα ανθρώπων, στον γεωγραφικό χώρο που θεωρείται από τους παραπάνω «σπίτι». Τι συμβαίνει, λοιπόν, όταν η κυριαρχία αποφασίζει να κλείσει την πόρτα στο «σπίτι», εγκλωβίζοντας όσους είναι μέσα και αλλάζοντας διακόσμηση, διαρρύθμιση, χρώμα κατά το δοκούν, κι αρχίζει το «σπίτι» να θυμίζει φυλακή; Στις περιπτώσεις όπου η κυριαρχία αποφασίζει να χαράξει εκ νέου σύνορα στο έδαφος, δημιουργείται και η περίπτωση όπου γηγενείς πληθυσμοί μεταμορφώνονται σε ξένους εν μια νυκτί. Εάν ο εξαναγκασμός προς αναζήτηση μιας νέας ζωής σε άλλο τόπο ονομάζεται προσφυγιά, πως ονομάζεται ο εξαναγκασμός της ταμπέλας του ξένου σε έναν τόπο που θεωρείται οικείος;

Το «σπίτι» και οι εξουσιαστές των Αρμενίων ανά τους αιώνες. Μια σύντομη περιγραφή.


Οι Αρμένιοι έχουν χαρακτηριστεί ως ένας από τους παλαιότερους λαούς του ευρύτερου γεωγραφικού χώρου που ονομάζουμε Μέση Ανατολή. Οι πρώτες σωζόμενες αναφορές για την Αρμενία και τους Αρμένιους είχαν γραφτεί κάτι περισσότερο από 500 χρόνια πριν την γέννηση του Ιησού. Ο Δαρείος Α΄, κατέγραψε σε μια τρίγλωσση εικονογραφημένη επιγραφή, πως είχε υπερνικήσει την αντίσταση κι είχε διαφυλάξει το στέμμα του. Οι Αρμένιοι, λοιπόν, εμφανίζονται σε έναν κατάλογο είκοσι τριών εξουσιαζόμενων φυλών. Σε σαφώς νεότερες ιστορικές περιόδους, γνωρίζουμε ότι έως το 1375 (Νέα Χρονολογία) διατηρούσαν ανεξάρτητο βασίλειο, που έφτασε να εκτείνεται από τις ακτές της Μεσογείου ως την Κασπία και την Μαύρη Θάλασσα. Βέβαια τα εδάφη αυτά δεν κατακτήθηκαν με κάποιον βελούδινο τρόπο, αλλά με αρκετό αίμα. Ύστερα από τουρκοπερσικούς, ρωσοπερσικούς και ρωσοτουρκικούς πολέμους ανά τους αιώνες, ο λεγόμενος εδαφικός χώρος των Αρμενίων έφτασε να διαμοιράζεται στον 20ο αιώνα μεταξύ του τούρκικου και του ρώσικου χώρου, με την πλειοψηφία του πληθυσμού να βρίσκεται εντός τουρκικού. Κατά την περίοδο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας οι Αρμένιοι ήταν αναγκασμένοι να λογοδοτούν σε δύο εξουσίες: την κεντρική του σουλτάνου, αλλά και την κοινοτική του αρμένιου πατριάρχη. Ήδη από το 15ο αιώνα οι σουλτάνοι είχαν καθιερώσει ότι οι πατριάρχες της ορθόδοξης χριστιανικής εκκλησίας, καθώς και της αποστολικής των Αρμενίων, θα ήταν εκπρόσωποι και επιφορτισμένοι με την διοίκηση της λειτουργίας των κοινοτήτων τους. Έτσι, λοιπόν, η αρμένικη πολιτική διοίκηση στην Οθωμανική αυτοκρατορία ασκείτο από το αρμενικό «μιλλέτ» ή από τον αρμένιο πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη, ο οποίος παρέμενε υπόλογος στην εξουσία του σουλτάνου. Οι πατριάρχες διοικούσαν τα σχολεία, τον κλήρο, εφάρμοζαν το οικογενειακό δίκαιο και, μέσω ορισμένων κοσμικών, εισέπρατταν τους φόρους από τις κοινότητές τους σε όλη την επικράτεια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Η σφαγή μέσα από πολιτικές παρωπίδες

Η σφαγή που διετελέσθη εις βάρος του αρμένικου πληθυσμού από τους λεγόμενους νεότουρκους, έχει χρησιμοποιηθεί από κάθε είδους πολιτική απόχρωση. Κάθε τέλη του Απρίλη (όπου η 24η θεωρείται κι ημέρα μνήμης της σφαγής) όλοι οι πολιτικοί χώροι θα αφιερώσουν μια δυο αράδες για το γεγονός. Δεξιοί και αριστεροί, εθνικιστές, σοσιαλιστές, φασίστες και κομμουνιστές, έχουν ασχοληθεί με το θέμα της σφαγής του αρμένικου πληθυσμού, ο καθένας με τον τρόπο του και σύμφωνα με όσα είναι ορατά μέσα από τις πολιτικές παρωπίδες του καθενός. Όλοι τους, όμως, κατά καιρούς έχουν κολυμπήσει σε ποταμούς από αίμα που δημιούργησαν, κάποιοι είναι έτοιμοι να το ξανακάνουν, ενώ κάποιοι άλλοι συνεχίζουν απερίσπαστοι να κολυμπούν. Από τους μαχαιροβγάλτες ακροδεξιούς και φασίστες νοσταλγούς του Χίτλερ και του Μουσολίνι, μέχρι τις σταλινικές ονειρώξεις των κομμουνιστών με κονσερβοκούτια και τους πιο φιλελεύθερους δημοκράτες που απλώνουν χέρι βοη­θείας σε όποια απόφαση για πόλεμο παρθεί από τους συμμάχους τους (Γιουγκοσλαβία, Ιράκ, Αφγανιστάν, Λιβύη κι ουκ έστιν αριθμός), όλοι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο έχουν, είχαν και θα έχουν σχέση με σφαγές, μόνο και μόνο για να μπορέσουν να κρατηθούν στην εξουσία. Επίσης δεν γίνεται να παραβλεφθεί και η σημερινή σφαγή με την μέθοδο της σταγόνας στον ελλαδικό χώρο, όπου η κυριαρχία με τους ντόπιους δερβέναγες, σέρνει στον βούρκο κι εξευτελίζει εκατομμύρια ανθρώπους, στερώντας βασικά αγαθά κι οδηγώντας πολλούς από αυτούς στο θάνατο, εξαφανίζοντας όλο και περισσότερο την ποιότητα από αυτό που έπρεπε να ονομάζεται ζωή και μεταμορφώνοντάς το με το ζόρι σε επιβίωση.

 Ορισμένοι από τους πρωτεργάτες της εξόντωσης των Αρμενίων
Ταλάτ Πασάς: Πρώην υπουργός εσωτερικών και οργανωτής της σφαγής. Μπεχούντ Χαν Τζιβανσίρ: Υπουργός εσωτερικών του Αζερμπαϊτζάν και υπεύθυνος της σφαγής 20.000 αρμενίων κατά την είσοδο του τούρκικου στρατού στην πόλη Μπακού του Αζερμπαϊτζάν. Σαΐντ Χαλίμ: Αρχηγός της κυβέρνησης των Νεότουρκων. Δρ. Μπεχαεντίν Σακίρ: Υψηλό στέλεχος των νεότουρκων. Τζεμάλ Πασάς: Υπουργός Ναυτικών και ηγετικό στέλεχος των νεότουρκων. Δρ. Ναζίμ: Σχεδιαστής απελάσεων και δολοφονιών Αρμενίων. Αξίζει να σημειωθεί ότι όλοι οι παραπάνω δολοφονήθηκαν από Αρμένιους μετά από σχεδιασμένες επιθέσεις, μεταξύ του 1921 και του 1926, εκτός από τον δρ Ναζίμ που εκτελέστηκε από τους κεμαλιστές με την κατηγορία του συνωμότη.

Το παράδειγμα των Αρμενίων της Θεσσαλονίκης

Μια περίπτωση Αρμενίων προσφύγων αποτελούν οι Αρμένιοι της Θεσσαλονίκης, που η ζωή τους υπήρξε ευμετάβλητη κι εξαρτημένη από τις γενικότερες ιστορικές συγκυρίες. Οι πρώτοι πρόσφυγες που έφτασαν στην πόλη νωρίτερα της γενοκτονίας ήταν σχετικά λίγοι, αν και σταδιακά αυξάνονταν. Ενώ κάποιοι οικονομικά και κοινωνικά εντάχθηκαν και ανελίχθηκαν σε υψηλές θέσεις, όσον αφορά το λεγόμενο κοινωνικό/οικονομικό γίγνεσθαι, οι περισσότεροι παρέμειναν φτωχοί κι διαβιούσαν υπό δύσκολες συνθήκες. Ζούσαν κατά κανόνα στο σημερινό αστικό κέντρο. Μετά τη μικρασιατική καταστροφή και την περαιτέρω εξαθλίωση των κατοίκων της Θεσσαλονίκης, οι περισσότεροι Αρμένιοι κατέφυγαν στη σοβιετική Αρμενία, γεγονός που σημαίνει ότι εν μέσω μιας ανθρώπινης ζωής μπορούν να χωρούν πολλές προσφυγιές.

Δεν θα πρέπει να παραβλέψουμε και το γεγονός ότι οι Αρμένιοι της Θεσσαλονίκης, όπως και του ελλαδικού χώρου γενικότερα, ανέπτυξαν το δικό τους εθνικό κίνημα, το Hayastan, που ήταν αρχικά «σοβιετοποιημένο» κι από το 1991 (εκ των πραγμάτων) αποδεσμευμένο, επιδιώκοντας να διαφυλάξει την «αρμενικότητα» σε σχέση με τον ευρύτερο ελλαδικό κοινωνικό χώρο. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1920 δημιούργησαν αρχικά το ριζοσπαστικό «Σοσιαλιστικό Επαναστατικό Κόμμα Χιντσακιάν» (Hunchak) και στη συνέχεια το σοσιαλδημοκρατικό «Αρμένικη Επαναστατική Ομοσπονδία» (Dashnaktsutiun). Τα κόμματα αυτά συμμετείχαν στις κεντρικές εκδηλώσεις της σοσιαλιστικής Εργατικής Ομοσπονδίας (Φεντερασιόν) το 1909. Η πολιτική ήταν πάντοτε το βασικό εργαλείο που επέβαλε την ελίτ κάποιων πληθυσμών (όποια «απόχρωση» κι αν φέρει αυτή) σε ένα νέο τόπο και καλλιεργούσε τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για κάθε είδους συμμαχίες, είτε εθνικιστικής είτε διεθνιστικής απόχρωσης.

Μετά τη γενοκτονία, οι Αρμένιοι της Θεσσαλονίκης –όπως και των άλλων περιοχών– έκαναν προσπάθειες να στηρίξουν τους συμπατριώτες τους, είτε με υλική βοήθεια, είτε προσπαθώντας να γνωστοποιήσουν ευρύτερα το γεγονός. Ένα μεγάλο μέρος όσων δια­βιούσαν, πλέον, στον ελλαδικό χώρο, αφομοίωσαν τα επεκτατικά όνειρα της Μεγάλης Ιδέας, προσπαθώντας κι αυτοί να επωφεληθούν αργότερα με την ίδρυση δικού τους κράτους. Η αρμένικη παροικία, που διατηρείται μέχρι σήμερα, κινήθηκε προς δύο κατευθύνσεις: να αναγνωριστεί η γενοκτονία και να χειραφετηθεί από τη σοβιετική κηδεμονία. Ωστόσο, παράλληλα δρούσαν στη Μακεδονία και φιλοσοβιετικές οργανώσεις.

Μέσα από το παράδειγμα της Θεσσαλονίκης βλέπουμε ότι η ταμπέλα του πρόσφυγα, που συνεπάγεται μια σειρά επίκτητων αδυναμιών στα μάτια των πολιτικών συμφερόντων, δημιουργεί πρόσφορο έδαφος να αναπτυχθούν συχνά και να καλλιεργηθούν, θα λέγαμε, αισθήματα κατωτερότητας. Οι πρόσφυγες, προκειμένου να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους και να προσαρμοστούν στο νέο τους περιβάλλον, νιώθοντας ευάλωτοι, συχνά υιοθετούν καθόλου γόνιμες, άκρως συντηρητικές απόψεις και πρακτικές, ενώ παράλληλα διαπλέκουν πολιτικούς θεσμούς που θα τους δώσουν αφ’ ενός μια νέα ταυτότητα ίση με των γηγενών και αφ’ ετέρου θα αναθρέψουν τις όποιες ελπίδες επαναπατρισμού. Ο πάντα χυδαίος, κι ύπουλος ρόλος της πολιτικής, που εύκολα θα βρει πρόσφορο έδαφος στις ανθρώπινες αδυναμίες που οι περισσότεροι (ως γεννήματα σε εξουσιαστικά περιβάλλοντα) φέρουμε εμπλέκει τους ανθρώπους στην ανάδειξη ρόλων και κατά κανόνα των πλέον νοσηρών εξ αυτών.

Στο βωμό της αριστερής πολιτικής χολέρας, ο πρόσφυγας εμβαπτίζεται στην κολυμπήθρα του Σιλωάμ κι αποτελεί εκ φύσεως οσιομάρτυρα κι άγιο. Για τις δεξιές πολιτικές φλύκταινες είναι ένας εκ προοιμίου κλέφτης και απατεώνας, που θα πρέπει να αποφεύγουμε και ν’ αντιμετωπίζουμε με κάθε επιφύλαξη. Συγχρόνως, ξεχνάμε ότι ο πρόσφυγας προέρχεται από ένα μέρος, στο οποίο επίσης η πολιτική καθόρισε τις δικές του πεποιθήσεις για την έννοια της πατρίδας, για τη δική του προσφυγιά, για τον τόπο που τον φιλοξενεί και τους τρόπους που θα βρει, για να επιβιώσει μέσα σε αυτόν. Όταν η πολιτική είναι η βασική μεταβλητή, τότε η κατάσταση γίνεται εξαιρετικά περίπλοκη και δεν εξαντλείται με συνθήματα και απλοϊκές διατυπώσεις. Η μόνη διέξοδος παρουσιάζεται, όταν εισχωρεί ο αληθινά ανθρώπινος παράγοντας, που πάντα ξέρει να δίνει απαντήσεις πέρα από την πολιτική, τη διαφορετική γλώσσα και τις γενικεύσεις.

Παραμύθια και κοσμοθεωρία των Αρμενίων



Τρίτη 5 Απριλίου 2016

Το φεστιβάλ Αθηνών και η τέχνη του τίποτα

Ήρθε, είδε και εκδιώχθηκε ο Φλαμανδός Γιαν Φαρμπ από το φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Αφορμή στάθηκε η δήλωση του, ότι λόγω ελλιπούς γνώσης σχετικά με τους εγχώριους καλλιτέχνες το φετινό φεστιβάλ θα είχε βελγικό προσανατολισμό.  Έσκισαν τα ιμάτια τους οι απανταχού εγχώριοι καλλιτέχνες, έβγαλαν ανακοινώσεις και έβαλαν υπογραφές, ώστε ο νέος διευθυντής του φεστιβάλ να φύγει. Μάλιστα έσπευσαν να κάνουν γνωστά και διάφορα βαθυστόχαστα έργα του, με δύσμοιρες γάτες που βασανίζονται καθώς πετιούνται στον αέρα και αντρικά γεννητικά όργανα που χορεύουν συρτάκι.

Μάλιστα! Να φύγει. Όπως και έγινε. Άλλωστε, ποιος μπορεί να τα βάλει με το εγχώριο καλλιτεχνικό κατεστημένο;

Ποιο είναι αυτό; Μα όλοι αυτοί που δεν υπάρχουν βέβαια. Όλοι αυτοί που χαριεντίζονται με τους εκάστοτε υπουργούς, βουλευτές κ.λπ. Που δεν υπάρχουν όχι από τα μνημόνια και έπειτα από αυτά, αλλά και πολύ πριν. Δεν φαίνονται γιατί είτε μασουλάνε επιχορηγήσεις, είτε κάνουν το κομμάτι τους απλά για να κάνουν το κομμάτι τους, απευθυνόμενοι σε μια καλλιτεχνική ελιτ που θα αναλύσει την πορδή ως τον κρότο της επανάστασης. Με τις υγείες μας λοιπόν.

Η πρώτη φορά αριστερά έπαυσε τον, από την περίοδο των παχειών αγελάδων του 2005, προηγούμενο διευθυντή του φεστιβάλ Γιώργο Λούκο με την κατηγορία ότι ζημίωσε το δημόσιο με 2.735.762,54 ευρώ. Η υπόθεση είναι στα δικαστήρια.

Πάρα πολλοί καλλιτέχνες τότε έσπευσαν να συμπαρασταθούν στην αναγκαστική απομάκρυνση του Λούκου. Για συμπαράσταση έτρεξαν επίσης και οι πάλε ποτέ εργοδότες του, το Πασοκ και η ΝΔ.

Με την παύση του Λούκου έγινε σαφές ότι η πίτα έπρεπε να ξαναμοιραστεί. Καιρός να δαγκώσει και λίγο από την καλλιτεχνική πίτα ο Σύριζα. Εννοείται ότι η ποιότητα και η θεματολογία του φεστιβάλ θα είναι εξ ίσου ένα τίποτα από τα παλιά, με την διαφορά ότι αυτοί που θα δημιουργούν τα «καλλιτεχνικά τίποτα» θα αρέσουν στους συριζαίους.

Έτσι, λοιπόν, ο σύριζα βρήκε νέο διευθυντή αλλά τον έφαγε η καλλιτεχνική μαρμάγκα  και παραιτήθηκε. Δεν χάθηκε και ο κόσμος, κάποιος άλλος (ντόπιος αυτή την φορά) βρέθηκε για να κάνει τα κουμάντα. Τα λεφτά είναι εκεί και περιμένουν.

Όπως στην αναγκαστική απομάκρυνση του προηγούμενου διευθυντή έτσι και στην πρόσληψη του νέου διευθυντή εκ Βελγίου, υπήρχε μια ομοθυμία, αυτή την φορά από την ανάποδη. Δεν θα αναφερθούμε σε μια προς μια στις ανακοινώσεις των κομμάτων και των καλλιτεχνών, για τον λόγο ότι όλες είναι ίδιες. Η ρητορική των ανακοινώσεων στηρίζεται κυρίως στον ανθελληνισμό και στο παραγκωνισμό των εγχώριων καλλιτεχνών καθώς και στην χυδαιότητα των έργων του Γιαν Φαρμπ. Η ισχύς εν τη ενώσει, λοιπόν, για όσους ψάχνουν να βρουν διαφορές ανάμεσα στα κόμματα. Κανείς δεν μίλησε για το τι είναι αυτό που προσφέρει σήμερα το φεστιβάλ Αθηνών, εάν ανταποκρίνεται στην κοινωνική πραγματικότητα ή είναι ξεκομμένο, και κανείς για το αν και τι προάγει. Παρά μόνο για το εάν θα παίζουν έλληνες ή παρά μόνο για τα χάλια του άλλου, όχι για τα εγχώρια καλλιτεχνικά χάλια που κοιμούνται ύπνο βαθύ, ενώ όλα γύρω γκρεμίζονται. Όλα για το ποιος θα γλείψει την κουτάλα. Λες και οι έλληνες καλλιτεχνάρες έχουν καλύτερα χάλια από τους βέλγους. Ένα μεγάλο τίποτα με αυτιστικές, εγωκεντρικές και αυτοαναφορικές προσεγγίσεις που είναι αδύνατο να τις κοινωνήσουν στους ανθρώπους, που ζουν σε αυτό το τόπο.

Ενημερωτικά μόνο να πούμε ότι το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου επιχορηγείται από το υπουργείο οικονομικών μέσω του κρατικού τακτικού προϋπολογισμού, το ποσοστό από τις εισπράξεις των καζίνων Πάρνηθας και Κέρκυρας, τις χορηγίες και τα έσοδα από τις παραστάσεις και τις παραχωρήσεις των χώρων του. Ενδεικτικά για το 2005 το φεστιβάλ επιχορηγήθηκε με περίπου 7 εκατομμύρια ευρώ ενώ δέκα χρόνια μετά το φεστιβάλ επιχορηγείται με σχεδόν 5 εκατομμύρια ευρώ (κακούργα κρίση, πάνε τα δύο εκατομμυριάκια) εκ των οποίων περίπου τα 2,5 είναι από τα καζίνο. Είναι πολλά τα λεφτά, εξ ού και οι κομματικές και καλλιτεχνικές μάχες για την ταμπακιέρα.

Βέβαια, όλα τα παραπάνω ουδεμία σχέση έχουν με την καλλιτεχνική δημιουργία. Επίσης, δεν μπορούμε να περιμένουμε τίποτα από φεστιβάλ που περιμένουν να επιβιώσουν μόνο από κρατικές επιχορηγήσεις καθώς και από τα κέρδη των καζίνο!

Όμως, ναι, τελικά έχουμε την τέχνη της εποχής μας. Δυστυχώς μοιάζει και αφορά πολλούς.  Μόνο βρώμα και δυσωδία… τίποτα άλλο.

Ελευθερόκοκκος

Πηγή: Anarchy Press