Σάββατο 4 Απριλίου 2020

Μια διαφορετική δική μου Πολυδούρη

1η Απριλίου 1902 γεννήθηκε και πέθανε 29 Απριλίου 1930.

Όχι δεν θα διαβάσετε για την ζωή της, ούτε για το έργο της Πολυδούρη στην συγκεκριμένη ανάρτηση. Μάλλον πράγματα που σχετίζονται με εμένα και για το πως βλέπω εγώ κάποια πράγματα θα διαβάσετε. Αυτή η κάπως βιωματική προσέγγιση με ότι καταπιάνομαι, είναι το καύσιμο. Έτσι λοιπόν θα σας γνωρίσω την Πολυδούρη των εφηβικών μου χρόνων, τον τρόπο που εντυπώθηκε σε εμένα αυτή η ποιήτρια και την σύνδεσή της με μέρη και χρόνους μια πόλης που συνεχώς αλλάζει, αφήνοντάς με στην αμηχανία.

Το όνομα, Μαρία Πολυδούρη, το άκουγα από πολύ μικρός στην Καλαμάτα, ο λόγος ήταν ότι η ποιήτρια γεννήθηκε και πέρασε κάποια χρόνια της σ'αυτή την πόλη και γενικότερα στη Μεσσηνία. Σε μια σχετικά απόμερη γωνιά του πάρκου των Σιδηροδρόμων, που ήταν ιδανικό καταφύγιο για κάθε ερωτευμένο ζευγάρι, υπήρχε η προτομή της Μαρίας Πολυδούρη. Σήμερα η προτομή έχει μεταφερθεί στη κεντρική πλατεία της πόλης, αλλά αν θέλετε την γνώμη μου, δεν ταιριάζει καθόλου να στέκεται η προτομή της ποιήτριας σ' αυτό το πολύβουο και αποστειρωμένο περιβάλλον της πλατείας. Η παλιά θέση της προτομής, στο απόμερο σημείο όπου πολύ αναζητούσαν την ερωτική ηδονή ή ήθελαν να μην δίνουν στόχο καθώς ο έρωτας μπορεί να ήταν απαγορευμένος, ήταν ιδανική για μια ποιήτρια όπως η Μαρία Πολυδούρη. Το ραντεβού πολλές φορές που κλείνονταν απ'το σταθερό τηλέφωνο ήταν στην "Πολυδούρη" την τάδε ώρα. Το σημείο μπορεί να ήταν "η Πολυδούρη" που ήταν ένα και σταθερό, αλλά η εξέλιξη του ραντεβού ποτέ δεν ήταν σίγουρη. Η "χυλόπιτα" με το "φάσωμα" ήταν τόσο κοντά που μόνο το πνεύμα της Πολυδούρη ήξερε που θα καταλήξει το ραντεβού.




Πολλές φορές φανταζόμουν ότι ακόμα και η ίδια η ποιήτρια, θα επέλεγε να χωθεί σ'αυτό το άνοιγμα του πάρκου, ώστε να ερωτοτροπήσει με κάποιον εραστή της, να ανάψει τσιγάρο και να νιώσει ηδονή και μετά να ξεχυθεί στην βουή της πόλης, παρατηρώντας την κίνηση του κόσμου. Θυμάμαι επίσης ότι η προτομή, κατά καιρούς "βανδαλιζόταν" από περαστικούς στο πάρκο και αποκτούσε βαμμένα χείλια, μάγουλα και μαλλιά. Θα μου πείτε αυτό είναι ασέβεια. Θα συμφωνήσω. Αλλά θα αφήσω ένα ελάχιστο χώρο μέσα μου, όπου εκεί θα έβρισκα ακόμα και σ'αυτή την βάνδαλη πράξη, ένα ελάχιστο νόημα και σύνδεση με την ίδια αντισυμβατική φύση της ποιήτριας για την εποχή της, όπου ερωτοτροπούσε με το "διαφορετικό", τους "κανόνες" και τους "τρελούς" της εποχής της:





Ο ΤΡΕΛΛΟΣ

Ἕνας τρελλὸς καθότανε στὴν εἴσοδο

τὴ νύχτα ἀπόψε καὶ μιλοῦσε,

μιλοῦσε βιαστικὰ κι᾿ ὅταν ἀπόσταινε

κάποτε, σκεφτικὰ χαμογελοῦσε.


Μιλοῦσε γιὰ τὴ γνώση, τὴν ὀνόμαζε

τὴν πρώτη ἀδυναμία τῶν ἀνθρώπων.

«Μὰ θὰ μιλήσω ἀπόψε κι᾿ ἂς μὲ δέσουνε,

ξέρω τὰ μυστικὰ τῶν ἅγιων τόπων!


»Ξέρω ὅλο μυστικὰ καὶ γύρω μου ἄφοβα

θὰ τὰ βροντοφωνήσω πάλι.

Α, ἤμουν τρελλὸς τόσον καιρὸ ποὺ σώπαινα

κι᾿ αὐτὰ μοὔχουν βαρύνει τὸ κεφάλι.


»Φίλε μου νἆσαι ἁπλῶς πολυλογάς

χωρὶς οὐσία, θἆσαι βάρος.

Φρόντιζε νἆσαι ὁ πιὸ ἐπικίνδυνος

καὶ μόνος σου νὰ παίρνῃς θάρρος.


»Νἄχῃς καρδιὰ κι᾿ ὅλο νὰ εὐφραίνεται

μ᾿ αἴσθημα καὶ φιλοτιμία,

εἶνε... νὰ καρτερᾶς τὸ θάνατο

καὶ νἄρθη μία λιποθυμία!!!


»Εἶδες ὁ φουκαρὰς ὁ τζίτζικας

ψόφησε ἐχτὲς ἀπὸ εἰλικρίνεια.

Τὰ λέγε ἀληθινὰ κ᾿ ἐπίμονα

καὶ μεῖς τὰ παίρναμε γιὰ γκρίνια.


»Στὸ τέλος ἔσκασε ἀπὸ εὐγένεια

κ᾿ ἐπίσημα κυλίστηκε στὸ χῶμα...

Α φαῦλοι, δὲ θὰ μοῦ τὸ κλείσετε

ποτὲ τ᾿ ἀχρεῖο μου τὸ στόμα!»


Καὶ τἄλεγε τόσο ἤρεμα

τόσο γλυκὰ ἡ ματιά του ἐφωτοβόλει,

γελοῦσε ξαφνικὰ κ᾿ ἔτσι χαρούμενα

σὰ νἄταν ἡ καρδιά του περιβόλι!

Επίσης ήξερα από μικρός ότι η Μαρία Πολυδούρη, όταν δούλευε στην νομαρχία της Καλαμάτας, ζούσε σ'ενα σπίτι που ήταν δίπλα στον ποταμό Νέδοντα. Αυτό δεν μπόρεσα ακόμα και σήμερα να το επιβεβαιώσω κάπου και παρέμεινε μέσα μου, ως δεδομένο και θέσφατο χωρίς "βιβλιογραφική αναφορά". Αν κάποιος από τους αναγνώστες γνωρίζει κάτι ας δώσει παραπάνω πληροφορίες.

Το μεσαίο κτήριο ήταν το ξενοδοχείο "Διεθνές"
Το κτήριο αυτό βρισκόταν στην συμβολή των οδών Αρτέμιδος,Μεσσήνης και Είρας. Ήταν ένα τριώροφο νεοκλασικό με υπόγειο και χρησιμοποιήθηκε σαν ξενοδοχείο με το όνομα "Διεθνές"και ενοικίαζε δωμάτια με τον μήνα. Ακριβώς μπροστά του ξεκινούσε η γέφυρα της 23ης Μαρτίου, μια από τις γέφυρες που περνούσαν πάνω απ΄το Νέδοντα και ένωναν την δυτική με την ανατολική πόλη. Αυτή η γέφυρα ξεκίνησε ως τροχήλατη αλλά κάπου στα μέσα του 20ου αιώνα φτιάχτηκαν σκαλιά απ'την μεριά του κτηρίου Πάνθεον και έτσι η γέφυρα ήταν μόνο για πεζούς. Το κτήριο αυτό λοιπόν, κατεδαφίστηκε απ'τον δήμο πριν λίγα χρόνια και στην θέση του έχει μείνει ένας κενός χώρος, όπου συχνά είναι παρκαρισμένα αυτοκίνητα και μηχανάκια.

Διακρίνονται αριστερά και δεξιά τα δύο σωζόμενα κτήρια, αλλά
το κτήριο ''Διεθνές" δεν υπάρχει, παρά μόνο τα ίχνη του στην νεόδμητη
πολυκατοικία.




Στην πόλη λοιπόν που γεννήθηκε και έζησε για κάποια χρόνια η ποιήτρια, ο χώρος που διέμενε είναι ισοπεδωμένος. Ο Δήμος τα τελευταία χρόνια κάθε χρόνο διοργανώνει τα λεγόμενα "Πολυδούρεια" αλλά ο χώρος που διέμενε η ποιήτρια είναι κενός, μαζί με ένα μεγάλο κομμάτι ιστορίας της πόλης που όλο αλλάζει και όλο πετάει πράγματα που τα θεωρεί παλιά και ξεθωριασμένα. Σβήνοντας λίγο λίγο τις μνήμες, αλλάζοντας τα σημαντικά και χάνοντας έτσι κομμάτια που την διαμόρφωσαν. Μα ο πόθος της ζωής δεν χάνεται, είναι ανήμερος, όπως και όλοι οι πλούσιοι τόποι μέσα μας, όχι παλαιοί ή καινούργιοι μα πλούσιοι:




Ο ΠΟΘΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
Εἶνε ὁ πόθος μου τέτιος, ἀγέρα
σὰν τὸν ἄγριο θυμό σου
ποὺ στὶς πλούσιες κοιλάδες σφυρίζει.

Εἶνε ἀνήμερος, ἄγρια φοβέρα,
πλούσιοι οἱ τόποι βαθιά μου
καὶ σὰ χάρος σκληρὸς τοὺς θερίζει.

Κάθε ἐλπίδα, κάθε ὄνειρο νέο
τὸ χαϊδεύει σὰν αὔρα
ζωοδότρα στὰ ἐαρινὰ φύτρα.

Κι᾿ ἂν αὐξάνη καὶ γίνεται ὡραῖο,
εἶνε ἡ γόνιμη ὁρμή του
ποὺ θὰ γίνῃ ἡ σκληρὴ καταλύτρα.





2 σχόλια: