Πέμπτη 9 Μαΐου 2019

ΜΑΗΣ 1934 Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΗΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΛΙΜΑΝΙ



-Τι θα μπορούσε να μας πει μια προβλήτα λιμανιού και ένας παλιός αλευρόμυλος;
 Αν περιπλανηθούμε κάποια στιγμή στο λιμάνι της Καλαμάτας, ίσως μπορέσουμε να νιώσουμε τους πόθους, τα όνειρα και τον μόχθο των ανθρώπων που έζησαν σ’ αυτό το μέρος. Το ίδιο μπορεί να συμβεί αν οδηγήσουμε τα βήματά μας και στο κουφάρι των παλιών αλευρόμυλων, που δεσπόζει δίπλα στην προβλήτα του λιμανιού. Το κτήριο παραμένει παρέα με πολλά μηχανήματα, διοικητικά χαρτιά και σακιά με την επωνυμία των αλευρόμυλων. Ακόμα και τα αποκόμματα από εφημερίδες και περιοδικά της εποχής  που βρίσκονται κολλημένα στις ντουλάπες των εργατών μαρτυρούν με τον τρόπο τους κάποια ιδιαίτερα μυστικά των τελευταίων ανθρώπων που δούλευαν εκεί λίγο πριν κλείσουν οι μύλοι. Το λιμάνι και οι αλευρόμυλοι έχουν πολλές ιστορίες να μας διηγηθούν. Ιστορίες για ανθρώπους που ήρθαν από μακριά και για άλλους που ήταν γεννημένοι σ’ αυτό τον τόπο και συνυπήρχαν στο λιμάνι δουλεύοντας για κάποιο αφεντικό πλουτίζοντάς το ενώ οι ίδιοι έμεναν σε προσφυγικά παραπήγματα στην παραλία και σε διάφορες λαϊκές γειτονιές της Καλαμάτας. Η ιστορία όμως που έμελλε να σημαδέψει αυτό το μέρος δεν είναι χαρούμενη αλλά βαμμένη με το αίμα δεκάδων απεργών και αλληλέγγυων. Η αιματοβαμμένη εξέγερση των λιμενεργατών και των μυλεργατών τον Μάη του 1934 ενάντια στα αφεντικά και το κράτος άφησε πίσω της οχτώ νεκρούς, δεκάδες τραυματίες και πολλές υλικές καταστροφές σε  διάφορα κτήρια εκ των οποίων αυτό της τράπεζας Αθηνών, το σπίτι ενός εκ των ιδιοκτητών των μύλων ‘’Ευγγελίστρια’’ Πάστρα καθώς και το τραμ της πόλης. Η εξέγερση της Καλαμάτας στις 9 Μαΐου του 1934 δεν είχε ‘’μέντορες’’ και ‘’επαναστατικές κομματικές φυσιογνωμίες’’ αφού οι εργάτες είχαν αποκηρύξει τέτοιου είδους αποστήματα μέρες πριν το αιματοκύλισμα.  Γι’ αυτό το λόγο τα γεγονότα της Καλαμάτας παρά την δραματική εξέλιξη που πήραν και τον θόρυβο που προκάλεσαν σε όλο τον ελλαδικό χώρο δεν έγιναν ποτέ σήμα κατατεθέν ως ''μοντέλο αγώνα'' για την καθεστωτική αριστερά. Μάλιστα προς αποφυγή οποιοδήποτε πολιτικού προσεταιρισμού από το κώμα του λαού καθώς και για τωρινά συμπεράσματα σε πρακτικές του κώματος σχετικά με τον χαρακτήρα που θα πρέπει να έχει μια εξέγερση, είναι καλό να αναφερθεί ότι η 2η ολομέλειά του ΚΚΕ τον Νοέμβριο του 1934 ανακοινώνει ότι

Καλαμάτα 9 Μάη 1934 (Μια άλλη ιστορία)

Μια άλλη ματιά στην αιματηρή απεργία της Καλαμάτας στις 9 Μάη το 1934.
Αναδημοσίευση από Χρόνος για Ξόδεμα 




















Για την εξέγερση των μυλεργατών στην Καλαμάτα τα τελευταία χρόνια έχουν γραφτεί πολλά, από διάφορο κόσμο που έχει αναδείξει το ζήτημα. Έγω παραθέτω το κείμενο του Μπούρμπουνα για τα γεγονότα του Μαίου του 1934.
Ωστόσο μέσα στις γενικές πληροφορίες που μας έχουν εξιστορήσει η παλιοί έιναι και μια που σχετικά πρόσφατα έφτασε στο αυτί μου, απ τον μπαρμπά Μήτσο τον Βάγια, αντάρτη στα χρόνια του εμφυλίου στην περιοχή του Μωριά. 
Κατά την προσπάθεια της κατάπνιξης της απεργίας των εργατών στην Καλαμάτα το 34 ο αξιωματικός που έλαβε την εντολή εκ των ανωθεν για πύρ και διέταξε τους στρατιώτες να καταπνίξουν την απεργία ονομαζόταν Διακουμογιαννόπουλος. Μετέπειτα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου ο ΕΛΑΣ έχοντας έλλειψη αξιωματικών ζήτησε την ένταξη του Διακουμογιαννόπουλου στο αντάρτικο. Ο ίδιος τους είπε: "έγω είχα δολοφονήσει εργάτες το 34 στην Καλαμάτα, πως θα μπορέσω τώρα να έρθω μαζί σας;". Τελικώς ο Διακουμογιαννόπουλος (Στέλιος νομίζω στο μικρό) αναδείχθηκε σε μια απ τις ηγετικές μορφές του ΕΛΑΣ στη Μεσσηνία αλλά και σε ολόκληρη την Πελοπόννησο.
Για την ιστορία, ο μπαρμπά Μήτσος που μου έχει εξιστορήσει πολλά από εκείνα τα χρόνια, ζει και βασιλεύει, 90κάτι χρονών. Η δική του προσωπική ιστορία θα μπορούσε να γίνει κάλλιστα ταινία.



Ραντεβού στους μύλους...χέσε τα Jumbo!!!



Στους μύλους.

Που είδαν πλοία να φεύγουν για την Αμερική,

γεμάτα ελπίδα και καημό.

 

 Άσπρα μαντήλια, μαύρα τα δάκρια

και μια καρδιά που σπαρταράει

ξεχασμένη στον λιμενοβραχίονα,

περιμένοντας στους κάβους

την ημέρα

που το πλοίο θα ξαναδέσει.

 

Στους μύλους

του μόχθου για κάτι καλύτερο.

Της σκλαβιάς των χρημάτων και της καταπίεσης.

Των όπλων,

του αίματος

και των πληγωμένων ονείρων.

Στους μύλους της έκρηξης,

 της εξέγερσης

και του γκρεμίσματος της μηχανής.

 

Μέχρι να βγει και η τελευταία πνοή,

μέχρι να γκρεμιστεί η μηχανή,

το ραντεβού οφείλει να είναι

στους μύλους.

ΚΑΛΑΜΑΤΑ1934: Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΣΤΟ ΛΙΜΑΝΙ

Το παρακάτω κείμενο είχε δημοσιευτεί τον Δεκέμβριο του 2002 από την αναρχική εφημερίδα Διαδρομή Ελευθερίας.

Η πόλη της Καλαμάτας αριθμεί σήμερα πάνω από 50 χιλιάδες κατοίκους. Η ανεργία είναι ένα από τα βασικά προβλήματα της πόλης, όπως άλλωστε και όλης της περιοχής της Πελοποννήσου. Σήμερα λίγα εργοστάσια έχουν μείνει στην περιοχή, κυρίως μικρές βιοτεχνίες. Το μόνο μεγάλο εργοστάσιο είναι αυτό της καπνοβιομηχανίας Καρέλια το οποίο συνεχώς απολύει εργάτες καθώς αποκτά νέα μηχανήματα που αντικαθιστούν τα εργατικά χέρια. Η τεχνολογική «ανάπτυξη» είναι για άλλη μια φορά η αιτία για την δυστυχία πολλών ανθρώπων.

Κάτι ανάλογο έγινε στην πόλη και το 1934. Όμως, την εποχή εκείνη, σε αντίθεση με την σημερινή αδράνεια, οι αντιδράσεις οδήγησαν σε μια αιματοβαμμένη εξέγερση που ανέδειξε τη δύναμη που κρύβουν μέσα τους οι αγωνιζόμενοι άνθρωποι.

Το 1934 οι εργάτες στο λιμάνι της Καλαμάτας (που τότε ήταν ένα από τα πιο δραστήρια λιμάνια στον ελλαδικό χώρο) ήρθαν αντιμέτωποι με τα τεχνολογικά «επιτεύγματα» της εποχής. Στο λιμάνι λειτουργούσαν τότε οι μεγάλοι αλευρόμυλοι «Ευαγγελίστρια». Πολλά καράβια που μετέφεραν σιτάρι έφθαναν εκεί για την παραγωγή αλευριού. Οι ιδιοκτήτες των μύλων (Πάστρας και Τραβασάρας) είχαν αποφασίσει να αγοράσουν ένα νέο μηχάνημα το οποίο θα ρουφούσε το σιτάρι από τα αμπάρια των πλοίων και θα το οδηγούσε κατευθείαν στον μύλο. Αυτό βέβαια θα είχε σαν συνέπεια την απόλυση πολλών από τους φορτοεκφορτωτές που έκαναν μέχρι τότε την δουλειά αυτή. Για να αποφευχθούν οι σίγουρες αντιδράσεις, το κράτος αποφάσισε να δίνονται στους εργάτες 6 δραχμές για κάθε τόνο σιταριού που θα εκφορτωνόταν από την «ρουφήχτρα». Όμως οι

Σάββατο 4 Μαΐου 2019

Γκάζι και πιτόγυρο

Πήχτρα η πόλη, πήχτρα η ζωή. Κίνηση,βαβούρα και μποντιλιάρισμα. Μια ζωή στο λούκι, σε τεντώνουν από εδώ σε μαζεύουν από εκεί και το μόνο που σκέφτεσαι είναι να πας σπίτι στη γυναικάρα σου. Τι ζητάς; Ένα πιάτο σπιτικό φαΐ. Για ποιο λόγο άλλωστε να παντρευτεί κάποιος;
Να μπεις στο σπίτι να φωνάξεις, Γυναίκαααα γύρισαααα και να στρογγυλοκάτσεις στο τραπέζι περιμένοντας ένα λαχταριστό πιάτο... όχι πάλι ΦΑΚΕΣ ρε πούστη μου! 
Αλλά επειδή δεν θέλεις να στεναχωρήσεις την γυναίκα, θα αισθανθείς μια αδιαθεσία,μια κούραση και έτσι θα καλύψεις το γεγονός ότι δεν θες τις Fuckες της.
Θα την αποφύγεις διακριτικά, έχοντας στο μυαλό σου την ψησταριά του Μήτσου στην πλατεία και θα στρίψεις αριστερά αλλάζοντας ρεύμα και δωμάτιο και εκεί θα σκεφτείς ότι το ίδιο έκανες και προχθές στο δρόμο όπου η γυναικάρα σου σε είχε ενημερώσει ότι είχε, Μπάμιες ρε πούστη μου!!!
Θα θυμηθείς εκείνη την στιγμή ελευθερίας, τότε που τσάκισες ένα πιτόγυρο από τον Μητσάρα της πλατείας, επάνω στο μηχανάκι. Το δεξί χέρι στο γκάζι, να αμολάει καμένο καύσιμο η διχρονίλα του παπιού και το αριστερό να κρατάει σφιχτά το πιτόγυρο τεντωμένο για φλας και να πέφτεις σε λακκούβα και να φεύγουν κομματάκια γύρου στην άσφαλτο,
την τύχη σου την αλανιάρα που ούτε ένα πιτόγυρο δεν μπορεί να απολαύσει κανείς σ' αυτούς τους δρόμους.
Να σου παίρνει ο αέρας τα μαλλιά, να σου σκάνε μυγάκια στο πρόσωπο και στο πιτόγυρο και να νιώθεις την υπέρτατη ελευθερία ρε πούστη μου.
Ακούς εκεί φάκες!!!

Τετάρτη 1 Μαΐου 2019

Τουρισμός και Σαϊτοπόλεμος

                Όταν το έθιμο γίνεται πολιτιστικό προϊόν  
                                 
Είχα στριμωχτεί και εγώ, παρέα με χιλιάδες άτομα γύρω απ’το παρκινγκ του Νέδοντα για να παρακολουθήσω ακόμα μια φορά το σαϊτοπόλεμο. Τραγική ειρωνεία είναι ότι την ώρα που έμπαινε
στον χώρο το μπουλούκι απ’το οποίο έφυγε η θανατηφόρα σαΐτα, μιλούσα με το άτομο που πριν 19 χρόνια, είχε κινηματογραφήσει ο Κώστας Θεοδωρακάκης  να παίρνει φωτιά εξαιτίας της ανάφλεξης του ταγαριού του. Ένα λεπτό μετά είδα μια σαΐτα να φεύγει ψηλά και ασυναίσθητα έτρεξα προς το μέρος που έπεσε βλέποντας πεσμένο στο πεζοδρόμιο, δίπλα στην πεσμένη του κάμερα, τον εν λόγο εικονολήπτη με πολύ σοβαρό και εμφανές τραύμα στον κρόταφο. Είναι ο πρώτος θάνατος, στο εδώ και ένα αιώνα, έθιμο του σαϊτοπόλεμου. Είχαν υπάρξει κατά καιρούς τραυματισμοί αλλά μόνο μεταξύ σαϊτολόγων και ποτέ μεταξύ θεατών.

Κύρια αιτία είναι ο χώρος διεξαγωγής και εκεί θα πρέπει να εστιαστεί το ενδιαφέρον και όχι στο ίδιο το έθιμο. Ο λόγος λοιπόν στο ότι για έναν αιώνα σχεδόν δεν είχε υπάρξει νεκρός ή τραυματισμός θεατή, είναι ότι το έθιμο γινόταν εδώ και πολλές δεκαετίες σε γήπεδα που υπήρχαν προστατευτικά κιγκλιδώματα και οι θεατές βρίσκονταν αρκετά μακριά από τους σαϊτολόγους. Δύο είναι οι λόγοι που τα γήπεδα της πόλης σταμάτησαν να φιλοξενούν τον σαϊτοπόλεμο: α) η τοποθέτηση πλαστικού χλοοτάπητα και β) η τουριστικοποίηση της Καλαμάτας. Ενώ ο πρώτος λόγος φαντάζει προφανής, λόγω του ότι το πλαστικό είναι εύφλεκτο ο δεύτερος ίσως είναι πιο δυσνόητος αλλά είναι εξίσου προφανής και «εύφλεκτος». Τα γήπεδα που κάποτε φιλοξενούσαν τον σαϊτοπόλεμο ήταν στα όρια της πόλης και σε γειτονιές με στενούς δρόμους και σχετικά με δύσκολη πρόσβαση ειδικά για άτομα που δεν ξέρουν την πόλη της Καλαμάτας. Η ραγδαία τουριστική προβολή της Καλαμάτας αναπόφευκτα παρέσυρε και τον σαϊτοπόλεμο όπου με την συγκυρία του πλαστικού χλοοτάπητα μεταφέρθηκε στο κέντρο της πόλης ως τουριστικό προϊόν ώστε να μπορούν να το δουν όλοι. Η μεταφορά δικαιολογήθηκε από τον Δήμο και από το γεγονός ότι στις αρχές του αιώνα το έθιμο γινόταν στο κέντρο της πόλης. Έτσι μαζί με την κατασκευασμένη σύνδεσή του σαϊτοπόλεμου με την επανάσταση του 1821 δημιουργήθηκε ένα ολοκληρωμένο προϊόν που ήταν έτοιμο προς πώληση και μάλιστα με πολλές εκπτώσεις στην ασφάλεια.  Θυμάμαι κάτι δεκαετίες πριν να ψάχνουμε να βρούμε αν θα γίνει σαϊτοπόλεμος, τι ώρα και που, ενώ τώρα όλοι γνωρίζουν και το θεωρούν δεδομένο ότι θα γίνει. Ο τουρισμός φολκλοροποιεί ήθη και έθιμα και τα μετατρέπει σε εμπόρευμα.

Όλοι σπεκουλάρουν ψάχνοντας μέσα από γενικεύσεις και απλουστεύσεις ενόχους, ενδιαφερόμενοι τάχα για την ανθρώπινη ζωή. Αλλά είναι ξεδιάντροπα υποκριτές. Γιατί τα κανάλια στήριξαν και πρόβαλαν για χρόνια ένα έθιμο που τώρα λυσσάνε να καταργηθεί; Τότε δεν ήταν επικίνδυνο; Στον ίδιο επικίνδυνο χώρο δεν γινόταν και πριν από λίγα χρόνια το έθιμο; Αφού τόσο ενοχλούνται, εγώ θα επιθυμούσα με τεράστια χαρά, να μην προβάλουν τίποτα από τις σαΐτες.

Το κονδύλι για την αγορά μπαρουτιού και χαρτιού για την κατασκευή σαϊτών  προέρχεται από το υπουργείο οικονομικών και έχει εγκριθεί ομόφωνα από όλες τις δημοτικές παρατάξεις. Ακόμα και η αστυνομία στηρίζει τον σαϊτοπόλεμο και αφήνει το έθιμο να διεξαχθεί. Οπότε για ποια παρανομία μιλάμε όταν όλο το Κράτος συμμετέχει και βοηθά στην διεξαγωγή αυτού του εθίμου;

Αντί λοιπόν ο Δήμος να προστατεύσει το έθιμο βρίσκοντας κάποιο ανοιχτό χώρο, από τους τόσους που κατέχει, να τον περιφράξει και να το διαμορφώσει με ελάχιστα χρήματα ώστε να γίνεται εκεί, επέλεξε το κοσμοπολίτικο και αφύλαχτο κέντρο της πόλης. Αντί λοιπόν ο δήμαρχος Νίκας να βάζει κάγκελα στο πάρκο Σιδηροδρόμων, με το 1/10 αυτών των χρημάτων, θα μπορούσε να είχε περιφράξει ένα χώρο έξω από την Καλαμάτα, ώστε να γίνεται με ασφάλεια για τους θεατές το έθιμο του σαϊτοπόλεμου. Με αυτό τον τρόπο οι σαϊτολόγοι θα εισέρχονταν στον χώρο με δική τους ευθύνη και έτσι οι θεατές θα ήταν απόλυτα ασφαλείς.

Στην επιλογή του χώρου βέβαια, δεν ευθύνεται μόνο ο Δήμος αλλά όλοι οι καλαματιανοί που δέχτηκαν χωρίς αντίδραση αυτή την μεταφορά του σαϊτοπόλεμου σε χώρο επικίνδυνο για τους ίδιους. Όλοι οι καλαματιανοί παρέβλεπαν το γεγονός ότι αργά ή γρήγορα θα προέκυπτε ένα σοβαρός ή θανατηφόρος τραυματισμός.

 Η σπέκουλα του γεγονότος του θανάτου του Κώστα Θεοδωρακάκη για πολιτικούς-κομματικούς σκοπούς είναι χαρακτηριστική στο ότι έχει χαθεί το μέτρο. Η μονομέρεια των ευθυνών μόνο στον δήμαρχο Νίκα γίνεται εκ του πονηρού και για καθαρά προεκλογικούς σκοπούς. Όλοι ανεξαιρέτως στήριζαν και στήριξαν τον σαϊτοπόλεμο και όλοι μας ευθυνόμαστε εξαιτίας της μη αντίδρασή μας για την επιλογή του συγκεκριμένου ακατάλληλου χώρου διεξαγωγής. Μήπως όλοι έχουμε εθιστεί σ’αυτή την ελαφρότητα και τον εντυπωσιασμό του τουρισμού και παραβλέπουμε τα προφανή; Μήπως δεχόμαστε χωρίς καμία αντίδραση πράγματα που θα έπρεπε  να έχουμε λόγο;