Παρασκευή 1 Μαρτίου 2013

Ρεμπέτες και ρεμπέτικο τραγούδι



Ρεμπέτικο ορίζεται το λαϊκό τραγούδι των πόλεων από τα τέλη του 19ου μέχρι τα μέσα του 20ου. Τα κύρια μεγάλα αστικά κέντρα όπου έλαβε χώρα ήταν ο Πειραιάς, η Αθήνα, η Ερμούπολη της Σύρου, το Ηράκλειο της Κρήτης, η Θεσσαλονίκη,  η Σμύρνη και η Κων/πολη. Θεωρείται ότι γεννήθηκε στις φυλακές και στις περιθωριοποιημένες περιοχές των πόλεων. Δεν γνωρίζουμε με ακρίβεια την αρχή του ιστορικού του νήματος. Ίσως εάν κανείς να μπορούσε να ταξιδέψει στο χρόνο να συναντούσε τα πρώτα του βήματα κάπου εκεί στα μέσα του 19ου αιώνα στα μεγάλα αστικά κέντρα του τότε ελλαδικού χώρου. Ίσως να άκουγε τις ιστορίες ανθρώπων της υπαίθρου που ξαφνικά βρέθηκαν στην πόλη ακολουθώντας τα κελεύσματα των αστικών επαγγελμάτων που θα οδηγούσαν σε ένα υποτιθέμενο γρήγορο κέρδος. Εκεί θα έβλεπε πολλούς από αυτούς να ενσωματώνονται στον αστικό ιστό και να δουλεύουν στα μεγάλα έργα της εποχής (Ισθμός, σιδηροδρομικό δίκτυο, λιμάνια, οδικό δίκτυο κ.α) και άλλους μη μπορώντας να ενσωματωθούν να βιοπορίζονται κυρίως από παράνομες δραστηριότητες και να ακολουθούν ένα ιδιόμορφο κοινωνικό σύστημα που δεν έχει σχέση με τους επίσημους κοινωνικούς θεσμούς. Κάπου εκεί ίσως να δημιουργήθηκαν και τα πρώτα στιχάκια που αφορούσαν την δύσκολη ζωή αυτών των ανθρώπων, τον έρωτα, τους καυγάδες, τα ναρκωτικά, τη φυλακή, κ.α, περιπλανώμενοι στίχοι που σιγά σιγά αποκτούσαν και μελωδική υπόσταση.
Μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα το ρεμπέτικο περιπλανιόταν αδέσποτο μεταξύ δρόμου, τεκέ και καφέ αμάν. Ακόμα και το όνομά του δεν είχε καθοριστεί, κάποιοι το έλεγαν μάγκικο, κάποιοι άλλοι κουτσαβάκικο ή μουρμούρικο και κάποιοι άλλοι σερέτικο κ.α. Οι πρώτες σποραδικές ηχογραφήσεις ρεμπέτικων τραγουδιών γίνονται στα τέλη του 19ου  στην Αμερική, στη Σμύρνη, στην Κων/πολη και στην Αλεξάνδρεια. Η σύνθεση της ορχήστρας στα πρώτα ηχογραφημένα ρεμπέτικα περιλαμβάνει συνήθως, βιολί, κιθάρα, σαντούρι, ούτι και διάφορα κρουστά. Το μπουζούκι μπαίνει δειλά στην δισκογραφία το 1926 από μετανάστες της Αμερικής και με ελάχιστες ηχογραφήσεις. Με την μαζική είσοδο του ρεμπέτικου στην δισκογραφία από το 1922 και μετά χάνει τον αδέσποτο χαρακτήρα του. Το τραγούδι πλέον αποκτάει συνθέτες και υπογράφετε από αυτούς. Πολλοί καλλιτέχνες χρησιμοποιούν αδέσποτες μελωδίες που κυκλοφορούν σε τεκέδες και φυλακές και τις υπογράφουν σαν επώνυμες δημιουργίες.
Το 1922 είναι σημείο σταθμός για το ρεμπέτικο τραγούδι. Ο πόλεμος του τουρκικού με του ελληνικού κράτους είχε ως αποτέλεσμα την κατάληψη της Σμύρνης από τον τουρκικό στρατό και τον διωγμό χιλιάδων ανθρώπων από τις εστίες τους. Οι περισσότεροι πρόσφυγες που θα καταφύγουν στον ελλαδικό χώρο στοιβάζονται στα ήδη δημιουργημένα γκέτο των πόλεων και έρχονται σε επαφή με τους κατοίκους αυτών των περιοχών ανταλλάσοντας στοιχεία της κουλτούρας τους. Οι Σμυρνιοί μουσικοί προέρχονται κυρίως από ένα αστικό και εκλεπτυσμένο μουσικό περιβάλλον και θα ενσωματώσουν την κουλτούρα τους στο ρεμπέτικο τραγούδι. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθεί η λεγόμενη ‘’Σμυρναίικη σχολή’’ που περιλάμβανε τραγούδια με σαντούρι, βιολί και ούτι  δίνοντας ένα ιδιαίτερο ύφος στο ρεμπέτικο τραγούδι. Η συγκεκριμένη σχολή κυριαρχεί στις ηχογραφήσεις τραγουδιών μέχρι και το 1933 όπου εμφανίζεται η ‘’Πειραιώτική σχολή’’ με μπουζούκια, μπαγλαμάδες και κιθάρες. Ο οξύς ήχος του μπουζουκιού σε συνδυασμό με τις τραχιές φωνές θα μεταφέρουν το κλίμα του τεκέ καθώς και της περιθωριοποιημένης γειτονιάς στα σαλόνια πολλών ‘’καλών’’ σπιτιών με ποικίλες αντιδράσεις και πολλά οικονομικά ωφέλει στις δισκογραφικές.
Το ρεμπέτικο έγινε πολλές φορές στόχος, αφού οι αρχές σκανδαλίζονταν με τα ‘’άσεμνα’’ χασικλίδικα και δεν του έβρισκαν κανένα δυτικό στοιχείο σε μια εποχή που το ελληνικό κράτος προσανατολίζονταν δυτικά. Το μπουζούκι και ο μπαγλαμάς από μουσικά όργανα μετουσιώθηκαν σε ιδιώνυμο αδίκημα που σήμαινε ότι ο κάτοχος αυτών των οργάνων συχνάζει σε τεκέδες καπνίζοντας χασίς και είναι ύποπτος για πολλές ακόμα παράνομες πράξεις. Η δικτατορία του Μεταξά το 1937 λογόκρινε το ρεμπέτικο τραγούδι αλλάζοντας ριζικά την θεματολογία του. Τα χασικλίδικα όπως και τα τραγούδια της φυλακής κόβονται και αντικαθίστανται με άλλα ποιο ‘’ήπιας’’ θεματολογίας. Εκτός από τον πόλεμο της αστυνομίας και του εκάστοτε πολιτικού καθεστώτος το ρεμπέτικο καθώς και οι ρεμπέτες αντιμετώπισαν την εχθρότητα της αριστεράς, η οποία θεωρούσε ότι η θεματολογία του δεν ήταν επαναστατική και δεν αντιπροσώπευε το λαϊκό αίσθημα οδηγώντας έτσι τον ακροατή στην αποχαύνωση. Μάλιστα δεν έλειψαν και οι φορές που ομάδες ανταρτών την περίοδο της κατοχής έκαναν έφοδο σπάζοντας χώρους που έπαιζαν ρεμπέτικα.
Το είδος αρχίζει να φθίνει και να εξαφανίζεται μετά τον εμφύλιο. Σε αυτό το γεγονός μεγάλο ρόλο έπαιξε η κατοχή όπου πολλοί ρεμπέτες πέθαναν από την πείνα και από διάφορες αρρώστιες που μάστιζαν ειδικότερα τις υποβαθμισμένες περιοχές που ζούσαν, αλλά και η αλλαγή στον τρόπο διασκέδασης. Το μπουζούκι μετά τον εμφύλιο μετακομίζει σε ακριβά κοσμικά κέντρα αποκτάει μια επιπλέον χορδή και γίνεται εκλεπτυσμένο όργανο, εγκαταλείποντας το σκληρό μουσικό του ύφος και υιοθετώντας μια ντελικάτη θεματολογία τραγουδιών. Λίγοι είναι οι ρεμπέτες που πιάνουν το νόημα και συμβαδίζουν με την νέα μόδα, οι περισσότεροι μη μπορώντας να αφομοιώσουν τα νέα δεδομένα παραγκωνίζονται και πεθαίνουν πάμφτωχοι.
Αυτή είναι μια σύντομη ιστορία αυτού του ιδιαίτερου μουσικού είδους που ξεπήδησε μέσα από την άγαρμπη μετάβαση της αγροτικής κοινότητας σε αστική κοινωνία. Πολλοί πιστεύουν ότι το ρεμπέτικο σταμάτησε όταν οι δισκογραφικές εταιρίες κατάλαβαν την ιδιαιτερότητα του καθώς και τον πλούτο που θα μπορούσε να τους αποφέρει. Το βέβαιο είναι ότι μέχρι τότε ήταν προϊόν έκφρασης ανθρώπων που το σύστημα δεν μπορούσε να τους αφομοιώσει. Ανθρώπων που περίσσευαν για το κράτος αλλά οι ίδιοι είχαν περισσεύματα αισθημάτων, πόθων και ονείρων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου