22.000 στρατιώτες της Κοινοπολιτείας στριμώχνονται στην παραλία της πόλης από τους Ναζί
28 Απριλίου 1941. Οι Ναζί προελαύνουν στην Πελοπόννησο. 22.000 στρατιώτες της 16ης και 17ης Αυστραλιανής Ταξιαρχίας, που αποτελείται κυρίως από Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς καθώς και Βρετανούς, αλλά και εκατοντάδες Γιουγκοσλάβους, Παλαιστίνιους και Κυπρίους, εγκλωβίζονται στην παραλία της Καλαμάτας. Η εκκένωση αρχίζει στις 24 Απριλίου με καΐκια, μικρά σκάφη και με αερακάτους. Η εκκένωση γινόταν βραδινές ώρες αφού την ημέρα τα γερμανικά στούκας βομβάρδιζαν την πόλη της Καλαμάτας, ώστε να αποτρέψουν την διαφυγή των στρατιωτών που βρίσκονταν στην πόλη. Το βράδυ της 26ης προς 27ης Απριλίου καταφθάνουν επτά βρετανικά πολεμικά πλοία και επιβιβάζονται σ’ αυτά 8.650 στρατιώτες. Την ίδια νύχτα μια αεράκατος έχοντας ξεμείνει από φωτοβολίδες που θα βοηθούσαν στην προσθαλάσσωση, συντρίβεται στην θάλασσα της δυτικής παραλίας και πιο συγκεκριμένα στην περιοχή του Κορδία. Από τα επτά μέλη πλήρωμα διασώζονται τρεις που τους περισυνέλεξε ένας αρμένιος ψαράς με την βάρκα του.
Το μεσημέρι της 28ης Απριλίου ολιγάριθμη εμπροσθοφυλακή των Ναζί μπαίνει στην Καλαμάτα. Συλλαμβάνονται κάποιοι βρετανοί οι οποίοι βρίσκονταν στην είσοδο της πόλης για να κατευθύνουν στρατιώτες που κατεύθυναν στην πόλη. Οι Ναζί εγκαθίστανται στο λιμάνι της Καλαμάτας στο κτήριο του τελωνείου και στήνουν δύο πυροβόλα όπλα, το ένα στην συμβολή των οδών Ναυαρίνου και Κανάρη και το άλλο Ναυαρίνου και Μαιζώνος.
Οι χιλιάδες εναπομείναντες στρατιώτες είναι μαζεμένοι στους ελαιώνες της παραλίας στην περιοχή
της σημερινής Ανάστασης. Πολλοί ντόπιοι τους προσφέρουν φαγητό κρασί και ούζο και οι στρατιώτες τους λένε ότι φεύγουν αλλά θα γυρίσουν πάλι, παρόλο που ήξεραν ότι δεν θα επέστρεφαν ποτέ. Ένα πυροβόλο όπλο είχε στηθεί από τους αυστραλούς στην συμβολή των οδών Ναυαρίνου και Ηρώων. Ένας λοχίας νεοζηλανδός ο Jack Hinton παίρνει μια πρωτοβουλία επίθεσης στους Ναζί. Μαζί με 12 νεοζηλανδούς, το βράδυ της 28ης Απριλίου προχωράει σε δρόμο παράλληλο με την Ναυαρίνου με σκοπό να εξουδετερώσει τα πυροβόλα των Ναζί. Διεξάγονται σφοδρές μάχες με την υποστήριξη πλέον και άλλων νεοζηλανδών στρατιωτών. Η μάχη κράτησε μέχρι τις 4 τα ξημερώματα όπου οι Ναζί παραδίδονται λόγω έλλειψης πυρομαχικών. Οι μάχες διεξήχθηκαν ακόμα και μέσα σε σπίτια και μεταξύ μπαλκονιών. Ο απολογισμός ήταν 41 νεκροί και 60 τραυματίες για τους γερμανούς και 33 νεκροί και πάνω από 50 τραυματίες για τους βρετανούς.
Φαρών και Ναυαρίνου το πρωί 29 Απριλίου |
Ενώ εκείνη την νύχτα θα μπορούσε να ολοκληρωθεί η εκκένωση, καθώς πλέον οι αυστραλοί ελέγχουν την παραλία, μια ασυνεννοησία οδηγεί στον εγκλωβισμό των 7.000 στρατιωτών. Πλοίο που είχε ήδη φτάσει στην ακτή το βράδυ της μάχης, παραλαμβάνει περίπου 332 στρατιώτες και στέλνει μήνυμα σε επτά πλοία που βρίσκονταν στα ανοιχτά. Το σήμα ανέφερε ''Βombs in Harbour'' (Βόμβες στο Λιμάνι), αλλά ο ασυρματιστής το παράκουσε ως ''Bosche in Harbour ''! (Γερμανοί στο Λιμάνι).Η λέξη ''Boche'' είναι συντόμευση της γαλλικής λέξεως ''caboche'', που σημαίνει ''χοντροκέφαλος'', ''ανόητος'', ''ηλίθιος''. Το μήνυμα, σύμφωνα με το αγγλικό ναυτικό, δεν παραλαμβάνετε καθαρό και φτάνει με αρκετές ώρες καθυστέρηση και έτσι οι πλοίαρχοι των πλοίων βλέποντας τις λάμψεις και τις εκρήξεις που σημειώνονταν στην παραλία από την μάχη βγάζουν το συμπέρασμα ότι οι Γερμανοί έχουν μπει και καταλάβει την πόλη. Όταν ο Ναύαρχος έλαβε το σήμα διέταξε τα πλοία να αποχωρίσουν από την περιοχή, δεδομένου ότι οι Ναζί είχαν καταλάβει την πόλη. Το τραγικό αυτό λάθος είχε ως αποτέλεσμα να συλληφθούν στην Καλαμάτα 7000 άνδρες ενώ πολλοί θα μπορούσαν να είχαν διασωθεί, και να μεταφερθούν στην Κρήτη.
Έτσι η νίκη στην πολύνεκρη μάχη ήταν χωρίς αντίκρισμα καθώς το ξημέρωμα 7.000 στρατιώτες συλλαμβάνονται από τους Ναζί και οδηγούνται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Οι 7.000 στρατιώτες οδηγούνται από τους Γερμανούς μέσα από την πόλη. Εντύπωση κάνει στους ντόπιους ότι οι συλληφθέντες τραγουδούσαν, γελούσαν, ενώ υπήρχε ακόμα και άτομο που έπαιζε ακορντεόν.
Παρόλο αυτά η διαδικασία εκκένωσης συνεχίστηκε μέχρι και την 1η Μαΐου καθώς πολλοί στρατιώτες κατέφυγαν στην Μάνη και κάποιοι στην Πυλία και από εκεί μεταφέρθηκαν στην Κρήτη ή στην Μέση Ανατολή.
Στρατιώτες που διέφυγαν στην Μάνη. Φώτο από Τραχήλα |
Αφήγηση του Βασίλη Ι. Μανιάτη δημοσιευμένη στο www.tharrosnews.gr
«Θυμάμαι, άλλοι από τους συμμάχους, που δεν είχαν παραδοθεί, έφευγαν για τα βουνά. Μέσα από τον ξεροπόταμο Νέδοντα έφευγαν βορινά της Καλαμάτας, κι άφηναν μέσα στις μάντρες του ποταμού παλάσκες- όπλα- ασφυξιογόνες μάσκες- κιβώτια σιδερένια με σφαίρες, μέχρι και ένα οπλοπολυβόλο.
Φεύγοντας, ζητούσαν «μπρέντ και γουότερ», ψωμάκι και νερό.
Οι καλοί μας γείτονες τους έδιναν ό,τι είχαν και τους γέμιζαν τα παγούρια με νερό. Αυτοί, σε ανταπόδοση, έδιναν ρολόγια, ξίφη, ασημένιες ταυτότητες, πιστόλια, ασημένιους σταυρούς κ.ά., αλλά οι καλοί και πονετικοί Έλληνες δεν έπαιρναν τίποτα από όλα αυτά. Κοίταζαν μόνο να τους βοηθήσουν. Ποιος ξέρει τι να έγιναν αυτοί οι άνθρωποι!
Όλα αυτά, θυμάμαι, γίνονταν στη θέση «Κοτρώνι», σημερινή ιχθυαγορά.
Ένας στρατιώτης, ψηλός και ροδοκόκκινος, μου χάρισε μια ασφυξιογόνο μάσκα και την έκρυψα κάτω από το κρεβάτι μου. Όμως, το ανακάλυψαν οι γονείς μου και την έθαψαν βαθιά στην αυλή μας. Φόβος και τρόμος από τους κατακτητές. Είχαν ειδοποιήσει τους Καλαματιανούς να παραδίδουν σ’ αυτούς ό,τι στρατιωτικό είδος είχαν, ή έβρισκαν, αλλιώς επί τόπου θανατική εκτέλεση. Θυμάμαι ακόμα ότι στο σημείο εκείνο –θέση «Κοτρώνι» οδού Σπάρτης τότε- είχαν εγκαταλείψει και ένα στρατιωτικό «τζιπ» ξεσκέπαστο με ένα μεγάλο ασύρματο και ένα μεγάλο πολυβόλο. Είχε ακόμα και ένα ραδιόφωνο, το οποίο μετέδιδε συνέχεια».
Πηγές:
Βιβλίο Η. Μπιτσάνη: https://eleftheriaonline.gr/images/2/pdf/2021/battleofkalamata1941.pdf
https://www.eleftheriaonline.gr/local/politismos/history/item/62520-maxi-kalamatas-s28-apriliou-1941
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου