Τρίτη 18 Αυγούστου 2020

Το "Πράσινο Αστέρι" και ένα μουλάρι

Είναι νύχτα και εσύ γυρίζεις μ'ένα μπόμπο που καίει λάδια. Βροντάει το λευκό καλάθι, μόλις ο μπόμπος πέφτει σε λακκούβα
 και το τράνταγμα για λίγο καλύπτει τον θόρυβο της μπουκωμένης εξάτμισης. Παρκάρεις στο "Πράσινο Αστέρι", πίσω από ένα αγροτικό που στην καρότσα του έχει ένα μουλάρι και το πορτοκαλί φως της λάμπας του δρόμου, γυαλίζει το τρίχωμά του. Στέκεσαι λίγο δίπλα απ' το μουλάρι, ακούγοντας τα λαϊκοπόπ σκυλάδικα του μαγαζιού και αναρωτιέσαι,  τι σκατά κάνει εκεί στις 2:00 την νύχτα. Εκείνο κουνάει το ένα του αυτί και ξεφυσάει. 

Μυρίζεις καμένη βενζίνη και λάδια μαζί, μα δεν σε νοιάζει, γιατί ξέρεις ότι τα κορίτσια σ' εκείνο το μαγαζί δεν κρίνουν. Πώς την έλεγαν εκείνη την κοπέλα απ' τον Πειραιά; Αυτήν που σου ζήτησε λίγα παραπάνω χρήματα ώστε να σου πάρει μια πίπα εκεί στο τραπέζι; Δεν θυμάμαι ρε γαμώτο, αλλά δεν θυμάμαι και τα πρόσωπα των πελατών που μας έβλεπαν.  Είπαμε, εκεί τα κορίτσια δεν κρίνουν, αλλά συνήθως ούτε και οι πελάτες. Δύσκολα κρίνεις τον εαυτό σου άλλωστε.

 Περνάς λοιπόν την πόρτα και ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού κάθεται μόνος πίσω από την μπάρα, ζωσμένος με σκυλάδικα και θολός στην όψη. Το μαγαζί άδειο. Προχωράς στην αθέατη πλευρά του και βλέπεις έναν τύπο με μια μεγάλη μουστάκα να έχει ανέβει στην καρέκλα και γύρω του όλες οι κοπέλες του μαγαζιού, να τον ακουμπούν στο στήθος που φαίνεται από το ανοιχτό του πουκάμισο και να του πιάνουν τα πόδια με το λερωμένο του παντελόνι. Ο τύπος κρατάει και στα δύο χέρια του λεφτά και κάνει ότι χορεύει." Ώπα, ώπα" του λένε τα κορίτσια, "ελαααα παμέεε" και εκείνος μουγκός, ανεβασμένος στο ψηλότερο σημείο, με τα χέρια ψηλά στους καπνούς και με ελάχιστες άγαρμπες κινήσεις, καταθέτει το παρελθόν του σ' εκείνη την στιγμή. Ο μπάρμαν- ιδιοκτήτης χαμένος πίσω απ' τα φώτα και την θολούρα του καπνού, κοιτάζει το ρολόι στο χέρι του και βάζει ένα ακόμα ποτό. Εσύ κοιτάς το μουλάρι στην έξοδο και για λίγο νιώθεις πως σου γνέφει να φύγετε.

Εκείνη την νύχτα, ο μόνος που αντιλήφθηκε την παρουσία σου εκεί ήταν το μουλάρι. Μια μανιβελιά, δεύτερη, φασαρία που δεν μπορεί να καλύψει το κενό και ένα μαξιλάρι έτοιμο να απορροφήσει το καυσαέριο του μυαλού σου.

2 σχόλια:

  1. έχω ακόμη στο βλέμμα το πράσινο της νύχτας
    τις οσμές..τους ήχους..
    μέσα σε 1 λεπτό απολαυστικής περιγραφής
    ένιωσα σαν να πήγα σινεμά.

    μερσί
    https://www.youtube.com/watch?v=9aREsuNoyN4

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Εγώ για το σχόλιο και το πολύ ταιριαστό τραγούδι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή